-aguar - ορισμός. Τι είναι το -aguar
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι -aguar - ορισμός


aguado      
adj (part de aguar)
1 Diluído em água, misturado com água.
2 Desvanecido, não carregado.
3 pop Diz-se de quem ficou frustrado no desejo de comer ou possuir alguma coisa: Criança aguada pode ficar doente.
4 Diz-se do cabelo ralo, fino e arrepiado.
5 Diz-se do fruto que contém muita água.
6 Vet Diz-se do animal que sofre aguamento.
7 Reg (Nordeste) Com pouco açúcar: Café aguado.
8 Estragado, imperfeito: De gosto aguado.
Aguado      
adj.
Misturado com água: Vinho aguado.
Que padece aguamento.
Diz-se do cabello fino e levantado.
Ant. e Prov. minh.
O mesmo que guloso. Cf. Andrade Caminha.
aguamento      
sm (aguar+mento2)
1 Ato ou efeito de aguar.
2 Vet Inflamação do tecido vascular dos pés dos animais domésticos, quer por excesso de trabalho, quer em conseqüência de resfriamento; podofilite, infusura.